Κάιν - tradução para Inglês
Diclib.com
Dicionário Online

Κάιν - tradução para Inglês


Κάιν         
Cain
Cain      
n. κάιν

Wikipédia

Κάιν
Βιβλικό πρόσωπο το οποίο περιγράφεται στο βιβλίο της Γένεσης ως ο πρώτος γιος του Αδάμ και της Εύας. Το όνομα του (στα ) μπορεί να σημαίνει «Εκείνος που Αποκτήθηκε», «Σιδηρουργός» ή «Λόγχη». Υπήρξε ο πρώτος Βιβλικός ανθρωποκτόνος και ταυτόχρονα αδελφοκτόνος, θανατώνοντας τον νεότερο αδελφό του Άβελ, καθώς φθόνησε την επιδοκιμασία που έδειξε σε εκείνον ο Θεός, ([4:1-26], Ο'), αλλά και κατ΄ επέκταση ο πρώτος γενοκτόνος, αν θεωρηθεί ότι αυτοί αποτελούσαν γενάρχες λαών.